Ἀσκληπιάδαι

Ἀσκληπιάδαι
Ἀσκληπιάδαι
masc nom/voc pl
Ἀσκληπιάδᾱͅ , Ἀσκληπιάδαι
masc dat sg (doric aeolic)
Ἀσκληπιάδης
Asclepios
masc nom/voc pl
Ἀσκληπιάδᾱͅ , Ἀσκληπιάδης
Asclepios
masc dat sg (doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ἀσκληπιαδέων — Ἀσκληπιάδαι masc gen pl (epic ionic) Ἀσκληπιάδης Asclepios masc gen pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀσκληπιαδῶν — Ἀσκληπιάδαι masc gen pl Ἀσκληπιάδης Asclepios masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀσκληπιάδαις — Ἀσκληπιάδαι masc dat pl Ἀσκληπιάδης Asclepios masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀσκληπιάδη — Ἀσκληπιάδαι masc voc sg Ἀσκληπιάδης Asclepios masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀσκληπιάδην — Ἀσκληπιάδαι masc acc sg (attic epic ionic) Ἀσκληπιάδης Asclepios masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀσκληπιάδης — Ἀσκληπιάδαι masc nom sg Ἀσκληπιάδης Asclepios masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀσκληπιάδου — Ἀσκληπιάδαι masc gen sg Ἀσκληπιάδης Asclepios masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀσκληπιάδῃ — Ἀσκληπιάδαι masc dat sg (attic epic ionic) Ἀσκληπιάδης Asclepios masc dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀσκληπιάδα — Ἀσκληπιάδᾱ , Ἀσκληπιάδαι masc nom/voc/acc dual Ἀσκληπιάδαι masc voc sg Ἀσκληπιάδᾱ , Ἀσκληπιάδαι masc gen sg (doric aeolic) Ἀσκληπιάδαι masc nom sg (epic) Ἀσκληπιάδᾱ , Ἀσκληπιάδης Asclepios masc nom/voc/acc dual Ἀσκληπιάδης Asclepios masc voc… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀσκληπιάδας — Ἀσκληπιάδᾱς , Ἀσκληπιάδαι masc acc pl Ἀσκληπιάδᾱς , Ἀσκληπιάδαι masc nom sg (epic doric aeolic) Ἀσκληπιάδᾱς , Ἀσκληπιάδης Asclepios masc acc pl Ἀσκληπιάδᾱς , Ἀσκληπιάδης Asclepios masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”